θούλιο

θούλιο
το
χημ.
μεταλλικό στοιχείο που ανήκει στις σπάνιες γαίες (λανθανίδες).
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. thulium < λατ. Thule < Θούλη (όπως ονομαζόταν από τους αρχαίους η βορειότερη χώρα τής Ευρώπης) + -ium].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • τούλιο ή θούλιο — Χημικό στοιχείο με σύμβολο Tm· ανήκει στην τρίτη ομάδα του περιοδικού συστήματος των στοιχείων, στην οικογένεια των Λανθανιδίων, έχει ατομικό αριθμό 69, ατομικό βάρος 168,94 και ένα σταθερό ισότοπο. Το ανακάλυψε ο Σουηδός χημικός Τ. Κλέβε το 1879 …   Dictionary of Greek

  • θουλίτης — ο (ορυκτ.) πολύτιμος λίθος που χρησιμοποιείται στην κοσμηματοποιοία. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. thulite < λατ. Thule < Θούλη (βλ. θούλιο) + ite] …   Dictionary of Greek

  • γαίες, σπάνιες — Με τον όρο αυτό χαρακτηρίζεται μια ομάδα δεκατεσσάρων χημικών στοιχείων, με ατομικό αριθμό από 58 μέχρι 71, των οποίων οι χημικές ιδιότητες μοιάζουν και συγγενεύουν πολύ με του λανθανίου (που έδωσε τις σ.γ. και την ονομασία λανθανίδια). Η λέξη… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”